Πρόλογος
Μέχρι την δεκαετία του 1960 στην Ψίνθο η κτηνοτροφία είχε μεγάλη άνθιση. Τις επόμενες δεκαετίες όμως μια σειρά από παράγοντες θα «αφανίσουν» σταδιακά τους -
κατ επάγγελμα όπως θα λέγαμε σήμερα - βοσκούς και γεωργούς της Ψίνθου. Μετά από πολλές στερήσεις και κακουχίες λόγω του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και της Κατοχής που προηγήθηκε οι μεταπολεμικοί κάτοικοι της Ψίνθου στράφηκαν στην πλειοψηφία τους στην γεωργία και την κτηνοτροφία, σε αυτό δηλαδή που γνώριζαν να κάνουν για αιώνες πριν ακόμα ξεσπάσει ο πόλεμος. Έτσι την δεκαετία του 1950 η Ψίνθος ήταν αυτάρκης σε γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα. Η αφθονία νερού στην περιοχή συνέβαλε καθοριστικά σε αυτό. Οι βοσκοί της Ψίνθου μάλιστα πουλούσαν στην πόλη της Ρόδου αλλά και στα υπόλοιπα μέρη του νησιού γάλα και διάφορα γαλακτοκομικά προϊόντα (
διάφορα τυριά, μυζήθρα κ.α) όπως και κρέας που θεωρούνταν εξαιρετικής ποιότητας. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμα και σήμερα, επισκέπτες που έρχονται στην Ψίνθο ζητάνε να γευτούν ντόπια κρέατα στα εστιατόρια του χωριού. Από το τέλος της δεκαετίας του 1960 και έπειτα, η γεωργία και η κτηνοτροφία σταδιακά φθίνουν παράλληλα με την άνοδο του τουρισμού. Οι γεωργοί και οι κτηνοτρόφοι εγκαταλείπουν την γεωργία και την κτηνοτροφία ως κύρια ασχολία τους και ξεκινούν να εργάζονται στις μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες του νησιού πλέον καλύτερα αμειβόμενοι και υπό καλύτερες συνθήκες εργασίας. Οι επιδοτήσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έφεραν τελικά τα επιθυμητά αποτελέσματα. Κακοδιαχείριση, «εικονικές» επενδύσεις, κατασπατάληση των χρημάτων δημιούργησαν μια ζοφερή κατάσταση και μίζερη εικόνα. Οι επόμενες γενιές θα εγκαταλείψουν κάθε φιλοδοξία να ασχοληθούν σοβαρά με την ύπαιθρο αφού πλέον το να είσαι βοσκός ή γεωργός εκτός του ότι οι απολαβές είναι μηδαμινές, επιπλέον χλευάζεται από την κοινωνία και συνδέεται από πολλούς με την αμορφωσιά και και την αμάθεια.
Ειδικά τις δύο δεκαετίες πριν ξεσπάσει η οικονομική κρίση στην χώρα μας, οι νεόπλουτοι κορόιδευαν και χλεύαζαν τους ανθρώπους που ασχολούνταν με την ύπαιθρο. Όλα αυτά άλλαξαν ξαφνικά με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης και για
πρώτη φορά μετά από δεκαετίες όλοι συνειδητοποίησαν την μεγάλη σημασία της γεωργικής και κτηνοτροφικής παραγωγής που οδηγούν στην αυτάρκεια του πληθυσμού μιας χώρας, αν γίνονται σωστά. Στα χρόνια της κρίσης αρκετοί νέοι μάλιστα άρχισαν να ασχολούνται ξανά με διάφορες μορφές γεωργίας και κτηνοτροφίας. Πλέον το 2018 δεν θεωρείται «ντροπή» να είσαι βοσκός ή γεωργός αντιθέτως είναι επαγγέλματα που χαίρουν εκτίμησης από την κοινωνία ενώ την θέση λέξεων όπως βοσκός ή τσοπάνης πήρε η λέξη κτηνοτρόφος. Οι προοπτικές για εξαγώγιμα προϊόντα μάλιστα δίνουν επιπλέον κίνητρα στους παραγωγούς να ασχοληθούν με πάθος και να αναπτύξουν περαιτέρω τις επιχειρήσεις τους. Φυσικά εν καιρώ
Μνημονίων ακόμα υπάρχουν πολλές δυσκολίες οικονομικού και φορολογικού κυρίως χαρακτήρα που ελπίζουμε να αλλάξουν στον μέλλον.
To έθιμο των κτηνοτρόφων την ημέρα της Αναλήψεως στην Ψίνθο παλαιότερα
Σήμερα μια σύγχρονη κτηνοτροφική επιχείρηση εκτός από το να παράγει σωστά τα προϊόντα της, φροντίζει και πως θα τα προβάλλει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Σε αυτό το πλαίσιο θα δούμε πολλές φορές πως οι εν λόγω επιχειρήσεις ανοίγουν
τις πόρτες τους στο καταναλωτικό κοινό για να γνωρίσει τα προϊόντα, να δει πως παράγονται και να διαπιστώσει από «πρώτο χέρι» την ποιότητα τους. Αυτό είναι μια σύγχρονη εταιρική πρακτική. Πως θα σας φαινόταν όμως αν μαθαίνατε ότι αυτό
στην Ψίνθο συνέβαινε ανέκαθεν, στα πλαίσια όμως μιας άλλης εποχής, κάθε χρόνο την ημέρα της Αναλήψεως !
Για τους χριστιανούς ορθόδοξους, ο Ιησούς Χριστός αφού αναστήθηκε, δεν εγκατέλειψε αμέσως τον κόσμο, συνέχισε να εμφανίζεται στους μαθητές του για σαράντα ημέρες. Η Ανάληψη του Κυρίου εορτάζει 39 ημέρες μετά το Άγιο Πάσχα, είναι δηλαδή
κινητή εορτή.
Στην Ψίνθο την ημέρα αυτή, μετά το πέρας της πρωινής Θείας λειτουργίας, συνηθιζόταν οι χωριανοί να πηγαίνουν στις μάντρες και τα βοσκοτόπια εκεί δηλαδή όπου έβοσκαν τα ζώα τους οι βοσκοί για να τους προσφέρουν γάλα και τυροκομικά προϊόντα (διάφορα είδη τυριού, μυζήθρα κ.α). Οι μάντρες και τα βοσκοτόπια ήταν κινητά, για τρία χρόνια οι γεωργοί έσπερναν και θέρισαν σε μια μόνο περιοχή του χωριού (
π.χ στα Αλώνια της Ψίνθου) και στην περιοχή αυτή αφού θέριζαν, οι βοσκοί έφερναν τα ζώα τους. Έτσι άνθρωποι και ζώα δεν κατέστρεφαν τα πάντα και άφηναν την γη να ξεκουραστεί.
Το έθιμο αυτό ήταν παλαιό και οι βοσκοί μοίραζαν τα προϊόντα τους δωρεάν σε όλους τους χωριανούς. Μεταπολεμικά μάλιστα οι κάτοικοι του χωριού πήγαιναν στις μάντρες και τα βοσκοτόπια συνοδευόμενοι από τις αρχές του χωριού, τον κοινοτάρχη, τον ιερέα και τους δασκάλους μαζί με τα παιδιά του δημοτικού σχολείου. Οι βοσκοί θεωρούσαν καθήκον τους να κάνουν αυτή την προσφορά στον κόσμο. Οι χωριανοί έπαιρναν τα προϊόντα στα σπίτια τους και με όσο γάλα περίσσευε έφτιαχναν ρυζόγαλο,
κάτι που φτιάχνουμε και σήμερα την ημέρα αυτή. Αυτή η προσφορά των βοσκών μέσω του εθίμου, ειδικά τα πρώτα χρόνια μετά τον πόλεμο ήταν σπουδαία καθώς οι άνθρωποι είχαν υποστεί κακουχίες και είχαν ταλαιπωρηθεί αρκετά. Σκεφτείτε ότι εκείνα τα χρόνια διεθνείς οργανώσεις έδιναν στα παιδιά του χωριού μουρουνέλαιο στην προσπάθεια τους να τα επισιτίσουν. Τα χρόνια που ακολούθησαν, οι συνθήκες διαβίωσης βελτιώθηκαν, το βιοτικό επίπεδο ανέβηκε, οι βοσκοί πωλούσαν τα προϊόντα τους στην πόλη της Ρόδου και τα άλλα μέρη του νησιού. Το έθιμο πια εκτός των άλλων ήταν και μια αφορμή για βόλτα. Δυστυχώς για τους λόγους που αναφέρουμε στον πρόλογο του άρθρου η πορεία της γεωργίας και
της κτηνοτροφίας παρουσίασε μεγάλη καμπή, με συνέπεια ο αριθμός των γεωργών και των κτηνοτρόφων να περιοριστεί σημαντικά, το έθιμο να ατονίσει και να σβήσει.
Επίλογος
Αυτό ήταν το όμορφο έθιμο της προσφοράς την ημέρα της Αναλήψεως στην Ψίνθο που πιά έχει χαθεί. Μέσω του εθίμου -
χωρίς να το γνωρίζουν - σήμερα θα λέγαμε ότι οι βοσκοί της Ψίνθου έκαναν την καλύτερη προώθηση των προϊόντων τους ή αλλιώς «marketing».
Στην πραγματικότητα όλο αυτό γινόταν επειδή οι χωριανοί -
όπως και οι βοσκοί - ήταν πιστοί και με αυτό τον τρόπο συμμετείχαν και έδειχναν τον σεβασμό τους στην ιδιαίτερη αυτή μέρα της ορθοδοξίας. Από την άλλη η προσφορά των βοσκών βασιζόταν φυσικά
και στο φιλότιμο, την μοναδική αυτή ελληνική έννοια που διαμορφώθηκε κατά την αρχαιότητα πολύ πριν οι Έλληνες γίνουν χριστιανοί, ήδη από την ελληνιστική περίοδο. Σε ολόκληρη την χώρα υπάρχουν διάφορες παραδόσεις την ημέρα αυτή. Σε
νησιωτικές και παραθαλάσσιες περιοχής συνηθιζόταν την ημέρα της Αναλήψεως οι άνθρωποι να λούζονται με το θαλασσινό νερό καθώς έτσι πίστευαν ότι θα αναληφθούν όλα τα κακά από πάνω τους, δηλαδή όλες οι αρρώστιες. Άλλοι πάλι ράντιζαν με θαλασσινό νερό το σπίτι για να μην το πιάνει το κακό μάτι ή τοποθετούσαν κάτω από το κρεβάτι τους πέτρες από τη θάλασσα κάτι που πίστευαν ότι θα τους φέρει ευτυχία. Όπως αναφέρει η
wikipedia,
«
Στην Ρόδο η γιορτή ονομάζεται του Συναλειψιού. Η λέξη παρετυμολογείται προς τη λέξη συναλείβγουμαι=συναλείφομαι και το όνομα συνάλλειμα που δηλώνει το βαμβάκι με το λάδι των καντηλιών της εκκλησίας με το οποίο αλέιφουν πονεμένα μέρη του σώματος».
Σε άλλα μέρη πάλι ξαγρυπνούσαν για να δούν τα μεσάνυχτα τους ουρανούς να ανοίγουν και τον Χριστό να περνά, όσοι τουλάχιστον ήταν καθαροί και άξιοι λέγεται πως θα έβλεπαν ένα φως ενώ σε άλλες περιοχές την ημέρα αυτή η συλλογή βοτάνων
αποκτούσε άλλο νόημα αφού πίστευαν ότι τα βότανα της Αναλήψεως είχαν ...θεραπευτικές ιδιότητες. Το κοντινότερο όμως έθιμο -
απ όσα μπορούμε να γνωρίζουμε - με αυτό της Ψίνθου, λάμβανε χώρα στην Λήμνο. Εκεί οι βοσκοί την ημέρα της
Αναλήψεως δεν έπηζαν το γάλα και το μοίραζαν στους φίλους και τους γνωστούς τους ενώ με όσο γάλα έμενε, έφτιαχναν ρυζόγαλο. Οι βοσκοί πίστευαν ότι μοιράζοντας το γάλα, κάνουν καλό στο κοπάδι τους. Η συγκεκριμένη μέρα στην Λήμνο ονομάζεται και «Γαλατοπέφτη», από το έθιμο και την ημέρα Πέμπτη.
Τέλος κατά την λαϊκή παράδοση στην Ψίνθο όπως και σε πολλά άλλα μέρη της Ελλάδας, η ημέρα της Αναλήψεως θεωρείται η καλύτερη μέρα για να κάνει κάποιος το πρώτο του μπάνιο στην θάλασσα, σημάδι ότι η Άνοιξη τελειώνει και το καλοκαίρι είναι προ των πυλών.